Παρασκευή 17 Αυγούστου 2007

Μυαλό vs Καρδιά

Πολλές φορές έχω μπει στη διαδικασία να αναρωτηθώ αν η ορθή σκέψη πρέπει να κατευθύνει τις ενέργειές μας ή το ιδανικό θα ήταν να ζήσουμε μια ζωή που θα διαγραφεί με γνώμονα την καρδιά μας και όχι το πρέπον… Δυστυχώς, ποτέ δεν πήρα μια τελική απόφαση ή πιο σωστά, δεν έπεισα τον εαυτό μου για τη σωστή επιλογή.

Ο λόγος που μπήκα πολλές φορές στη διαδικασία να σκεφτώ αν το μυαλό ή η καρδιά θα έπρεπε να υπερισχύει στις καθημερινές μας δραστηριότητες και διαπροσωπικές σχέσεις, ήταν συνήθως απόρροια προσωπικών συγκρούσεων με τα πιστεύω μου ή απογοητεύσεων από αυτή μου την επιλογή. Επιλογή που αφορούσε στο ποιο από τα δύο θα έπρεπε να δέσμευε περισσότερο χώρο στη ζωή μου. Στο ποιο από τα δύο θα έπρεπε να είναι η πιο συνήθης επιλογή μου ή κριτήριο αποφάσεων. Ο καθένας έχει το χαρακτήρα του και συμπεριφέρεται αναλόγως, αφήνοντας περισσότερο χώρο είτε στην καρδιά του είτε στη λογική του και το μυαλό του. Ίσως αυτό να είναι και κάτι fixed για τον καθένα μας και ρυθμίζεται αυτομάτως σε γενικές γραμμές από τα γονίδιά μας. Ίσως και όχι. Πολλοί άλλαξαν τρόπο που έβλεπαν τα πράγματα, μετά από ένα συνταρακτικό γεγονός στη ζωή τους. Δεν είναι όμως αυτό το μόνο θέμα. Θεωρώντας πως η κάθε ασήμαντη ή σημαντική απόφαση στη ζωή μας κρίθηκε στιγμιαία από εμάς τους ιδίους και όχι από τη μοίρα, νομίζω πως η μάχη μεταξύ των δύο αυτών εξαίρετων συστατικών της ανθρώπινης φυσιογνωμίας καλά κρατεί. Το ερώτημα είναι: Ποιος κερδίζει?

Σε προσωπικό επίπεδο, μεγαλώνοντας έχω παραμερίσει σιγά σιγά την καρδιά όσον αφορά στη λήψη αποφάσεων, δίνοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στη λογική σκέψη ή εμπειρία που έχω αποκτήσει από λάθη του παρελθόντος. Φυσικά δε σημαίνει πως η λογική ή η εμπειρία είναι αλάνθαστες ή ότι η καρδιά παίρνει πάντα λάθος αποφάσεις γιατί δε ζυγίζει λογικά τα δεδομένα. Αντιθέτως, πολλές φορές συμβαίνει το αντίθετο. Ή πολλές φορές υπάρχει συμφωνία μεταξύ των δύο! Για να μη φλυαρώ, ο λόγος που έχω περιορίσει τη λήψη αποφάσεων με βάση το τι λέει η καρδιά μου είναι η φαινομενική ασφάλεια που παρέχει η ορθή σκέψη και κρίση. Ίσως οφείλεται και στο γεγονός ότι απασχολούμαι στις θετικές επιστήμες. Ίσως και έτσι να είναι ο χαρακτήρας μου και δε γίνεται να αντιδράσω αλλιώς. Το ζήτημα έγκειται στο αν ο χώρος που δίνουμε στο μυαλό ή την καρδιά μας είναι κάτι που δεν αλλάζει ή αλλάζει ελάχιστα. Αν μπορούμε να μη ζυγίζουμε τα πάντα με τα ίδια μέτρα και σταθμά αλλά με βάση την ιδιαιτερότητά τους να εμφανίζουμε ανάλογη συμπεριφορά και να αποκρινόμαστε δυναμικά. Είναι ο τρόπος ζωής μας κάτι δεδομένο ή μπορεί να πάρει αναπάντεχη τροπή έτσι ξαφνικά? Και αν αυτό είναι κάτι τραβηγμένο, έστω αν μπορούμε να δώσουμε διαφορετικό χρώμα στην καθημερινότητά μας αλλάζοντας πού και που τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα γύρω μας. Και έχω την αίσθηση πως κάτι τέτοιο πράγματι ισχύει, ή τουλάχιστον δεν είναι ανέφικτο. Έχω πετύχει τον εαυτό μου να αντιδρά πέραν του αναμενόμενου και με διαφορετική νοοτροπία απ’ ότι συνήθως. Έτσι, θεωρώ πως ακόμα κι αν φαίνεται δύσκολο να αλλάξεις αυτό που είσαι προς το καλύτερο, ωστόσο ίσως μπορεί να βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση η σκέψη και το μυστήριο του τι θα γίνει αν κάνω το άλλο. Η προοπτική του να αλλάξεις τρόπο σκέψης δεν είναι τίποτα εύκολο, αλλά αυτό ακριβώς θέλω να τονίσω. Δε χρειάζονται μεγάλες αλλαγές για να αισθανθεί κανείς πολύ πολύ καλύτερα. Το μόνο που χρειάζεται είναι το αλατοπίπερο που να νοστιμίσει κάποιες στιγμές. Μόνο το ένα ή το άλλο δε θα φέρει κανένα αποτέλεσμα και θα οδηγήσει στο κενό. Το να συμπεριφερόμαστε επομένως εντελώς ορθολογιστικά ή “χύμα” δεν είναι το ζητούμενο. Αλλά το πότε θα επιλέξουμε τη μία ή την άλλη στάση ζωής.

Κατά τη γνώμη μου πάντως, η κοινωνία όλο και περισσότερο στρέφεται σε αυτό τον ορθολογιστικό τρόπο αντιμετώπισης των πάντων. Ένα απλουστευμένο παράδειγμα είναι το ότι σκεφτόμαστε κάποιες φορές αν θα πούμε καλημέρα σε κάποιο άτομο που γνωρίζουμε αλλά περιμένουμε να δούμε αν θα μας δει για να του το πούμε! Σε μια κοινωνία λοιπόν που ολοένα το μυαλό και η λογική περιορίζουν τη δράση της καρδιάς μας, μένει μόνο να μάθουμε επιτέλους να ξεχωρίζουμε τις περιπτώσεις και να αξιολογούμε τα γεγονότα ανάλογα, ώστε να καταφέρουμε να δίνουμε χρώμα στις εκφάνσεις εκείνες της καθημερινότητας που θα μας κρατήσουν ζωντανούς στο χάος που υπάρχει γύρω μας.

Κυριακή 1 Απριλίου 2007

Νέοι άνθρωποι, νέα πρότυπα

Αλλάζουμε. Συνέχεια αλλάζουμε από τη στιγμή που θα γεννηθούμε μέχρι να πεθάνουμε, σε κάθε λεπτό της ζωής μας έχουμε ζήσει κάτι άλλο, κάτι διαφορετικό και πάντα αυτό το άλλο μας επηρεάζει, είτε το θέλουμε είτε εντελώς ασυνείδητα γίνεται κομμάτι της καθημερινότητάς μας ή του χαρακτήρα μας. Αλλά ο στόχος αυτής της έκθεσης ιδεών δεν είναι μια γενική αμπελοφιλοσοφία επί του θέματος, αλλά το πώς έχουμε αλλάξει εμείς οι νέοι στην Ελλάδα τα τελευταία δέκα κυρίως χρόνια. Και αυτό που έχω να επισημάνω ως πρώτη παρατήρηση και ως βασική μου ιδέα για τα όσα ακολουθούν, είναι πως βλέπω μια αλλαγή προσανατολισμού των νέων παιδιών, αλλαγή προς το κακό κατά τη γνώμη μου.

Όπως είπα, αυτό το φαινόμενο νομίζω πως κυριαρχεί τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια, μια δεκαετία που νομίζω πως έχουν αλλάξει πολλά χαρακτηριστικά της αγωγής, της ανατροφής, της συμπεριφοράς, των διεξόδων και γενικώς πάρα πολλών βασικών ιδιαιτεροτήτων ή χαρακτηριστικών που είχαν οι νέοι πιο παλιά. Προφανώς και δεν είμαι κατά της όποιας ανανέωσης ή του καινούργιου, αλλά νομίζω πως όσο περισσότερο περνάει ο χρόνος, τόσο πιο πολύ οι καταιγιστικές εξελίξεις σε κάθε πτυχή της ζωής μας μας αποπροσανατολίζουν και μας στερούν την ενασχόλησή μας με πράγματα που έχουν (περισσότερη) αξία. Και αυτό έχει ίσως πραγματοποιηθεί ασυναίσθητα και όχι απαραίτητα ως προσωπική επιλογή. Βεβαίως, το τι αξίες ή προτεραιότητες θέτει κάποιος είναι απόλυτα σεβαστό, αλλά το θέμα δεν είναι τόσο διαυγές.

Νέες συνήθειες και ήθη υπάρχουν, όπως τα ηλεκτρονικά, τα online παιχνίδια και γενικώς η κακή χρήση των νέων τεχνολογιών, οι καινούργιες ασχολίες όπως τα graffiti και τα κόλπα με σανίδες, το ντύσιμο αλά 50 Cent με φαρδιά παντελόνια, αλυσίδες και μποξεράκια που είναι εμφανή λόγω των χαμηλοκάβαλων (που είναι της μόδας), και το κυριότερο, η κραυγαλέα προσπάθεια των εφήβων να αποκτήσουν χαρακτήρα όμοιο με κάποιο γνωστό τραγουδιστή ή γενικώς διάσημο (έστω και για μια νύχτα), αντί να χτίσουν μια προσωπικότητα σε νέες βάσεις και απολύτως δικιά τους. Δεν κρύβω πως και γω πέρασα από μια τέτοια παρόμοια φάση που ήθελα να γίνω από τη μία μέρα στην άλλη γνωστός στα πέρατα του κόσμου, να γίνω μέλος του κύματος και ταυτόχρονα να ξεχωρίσω από αυτό. Και δεν είμαι σίγουρος ότι τελείωσα το πέρασμά μου αυτό. Γι’ αυτό δεν «τη λέω» σε κανένα που θέλει να εκφράζεται με τις τάσεις της εποχής. Φοράω σκισμένα jeans και ρούχα που είναι της μόδας, έχω περάσει ώρες μπροστά στο pc μου παίζοντας παιχνίδια, γράφοντας σε forum και εν γένει όλα αυτά τα βρίσκω απολύτως φυσιολογικά σα νέος. Και γενικώς, δεν κατακρίνω κανένα που θέλει να ασχοληθεί με κάτι πρωτοποριακό και in αλλά κατακρίνω όποιον αφήνει ανοχικά ή αδιάφορα τους νέους να παραπατάνε στην προσπάθειά τους να ισορροπήσουν.

Τα παραδείγματα που ανέφερα πιο πάνω δεν είναι κατάλογος με evil συνήθειες, αντιθέτως κάποια είναι δημιουργικά και εν γένει αποτελούν μια έκφραση των εφήβων. Ή μάλλον πιο σωστά, δεν είναι ούτε για αποφυγή, ούτε για άκριτη μίμηση. Αυτό είναι που θέλω να τονίσω. Πως όλα είναι καλά ή τουλάχιστον ανεχτά, όσο δεν το παρακάνουμε, όσο κρατάμε το μέτρο. Έχω την κρίση πλέον να δω πως η γενιά μου ήταν πιο «κοινωνική», πιο τσαχπίνικη αν θέλετε, πιο επαναστατική από την προηγούμενη, και σίγουρα η γενιά μετά από μένα είναι ακόμα περισσότερο open-minded και λιγότερο συντηρητική. Και αυτό είναι επιθυμητό και είναι πλεονέκτημα της κοινωνίας και των νέων, παρά κακό, όπως το παρουσιάζω. Δυστυχώς όμως γίνεται μειονέκτημα, γίνεται κακό, γίνεται πρόβλημα όταν οι νέοι είναι ανοιχτόμυαλοι μόνο σε ορισμένα θέματα, που είναι πάνω κάτω γνωστά. Και γίνεται ουσιαστικό πρόβλημα όταν αυτή η διεύρυνση γνώσεων επί αυτών των μεμονωμένων θεμάτων, απειλεί με ατροφία τους άλλους τομείς που αφορούν σε συμπεριφορά, σε εκπαίδευση, σε αθλητισμό ή άλλα τέτοια θέματα.

Η υπερεξέλιξη των νέων με βάση εξωγενή πρότυπα και ιδανικά (κυρίως made in USA), ενώ τα βελτιώνει μεν στο να δουν από πιο νωρίς την κοινωνία με άλλο, πιο έμπειρο και λιγότερο απλανές βλέμμα, ωστόσο τους έχει δημιουργήσει ένα άλλο κενό προσωπικότητας, ένα κενό που αφορά στην επικοινωνία με τους άλλους, στη μόρφωση ή στις δραστηριότητές τους, και τους κάνει να θεοποιούν τις εύκολες λύσεις και όχι την προσπάθεια (για οτιδήποτε). Βλέπουμε τα μικρότερα αδέρφια μας να είναι περισσότερο περί ανέμων και υδάτων, να γουστάρουν να παίξουν Pro στο playstation ή το X-box αντί να πάνε στην προπόνηση, να παίρνουν μέτριους βαθμούς στα μαθήματα, αλλά στα ερωτικά να μας δίνουν συμβουλές, να έχουν κινητό και στο δημοτικό πλέον, να συμπεριφέρονται από πολύ μικρά σαν αλητάκια παρά ως παιδιά, και μέσα σ’ όλα, να μη νοιάζεται κανείς, ούτε οι ίδιοι οι γονείς. Αυτή είναι η κατάσταση που βλέπω εγώ να επικρατεί και που έχοντας συζητήσει και με άλλους να φαίνεται ως πραγματικότητα, παρά ως υπερβολές και ειδικές περιπτώσεις.

Ανέλυσα εκτενώς το θέμα, αν και είναι φοβερά πολύπλοκο κατά τη γνώμη μου, και έχω την εντύπωση πως υπάρχει μια στροφή στο μέσο όρο των νέων, μια στροφή που ίσως εμείς να ήμαστε στην αρχή της και επηρεαστήκαμε σαφώς, αλλά λίγο. Ίσως να φταίει σε μεγάλο βαθμό και η επανάσταση των τεχνολογιών επικοινωνίας και πληροφορίας που μπαίνει με πολύ ξαφνικούς ρυθμούς στη ζωή μας. Σε κάθε περίπτωση πάντως, οφείλουμε να επανελέγξουμε σαν νέοι αν αυτά τα νέα πρότυπα και συνήθειες κάνουν περισσότερο καλό ή κακό ή αν εμείς τα κάνουμε να αποδεικνύονται σατανικά με τον τρόπο που (υπερ)ασχολούμαστε με αυτά και αμελούμε τις άλλες διεξόδους. Γιατί αν δεν το κάνουμε, αυτή η στροφή θα καταλήξει να γίνει αναστροφή και πισωγύρισμα.

Τρίτη 27 Μαρτίου 2007

Κοινωνία Ανοχής

Ο τίτλος εκφράζει σαφώς το κύριο θέμα αυτών που ακολουθούν. Πρόκειται για την κοινωνία που ζούμε και τα χαρακτηριστικά της που λίγο ή πολύ έχουν στιγματίσει όλους μας. Ένα από αυτά τα χαρακτηριστικά αυτής της κοινωνίας στο οποίο θα επικεντρωθώ εδώ είναι η ανοχή μας σε κάθε είδους προβλήματα.

Ως όρος σημαίνει μια πράξη, με χαρακτηριστικό της πράξης αυτής να είναι η πλήρης απραξία. Όσο αντιφατικό κι αν ακούγεται αυτό, είναι ο ουσιαστικός ορισμός της ανοχής. Θα εξηγήσω. Η ανοχή σε κάθε είδους θέματα ή γεγονότα έχει ως αποτέλεσμα την ηθελημένη άγνοια σε μια δεδηλωμένη και γνωστή κατάσταση και θα μπορούσαμε να πούμε πως έχει ως όρος πολλά στοιχεία της μακροθυμίας. Ωστόσο αυτό δεν είναι τόσο ακριβές, καθώς στη μακροθυμία έχουμε στο νου για μεγάλο χρονικό διάστημα κάποιο γεγονός, ενώ η ανοχή, ως υπερσύνολο, περιλαμβάνει επιπροσθέτως και γεγονότα της καθημερινής ζωής που μετά από λίγο ξεχνάμε και εν γένει δε συγκρατούμε.

Πού λοιπόν συναντούμε την ανοχή στις μέρες μας? Είναι θα λέγαμε ένα καθημερινό φαινόμενο. Αφορά στα πιο βάναυσα μαρτύρια ανθρώπων που βλέπουμε στην τηλεόραση μέχρι μια φτωχή γριούλα που προσπερνάμε το πρωί πηγαίνοντας στη δουλειά ή ένα ζευγάρι που ακούμε να μαλώνει συνέχεια στο διπλανό διαμέρισμα. Όσο αποτρόπαια ή απλώς αποκρουστικά κι αν είναι πολλά από αυτά που φτάνουν στα μάτια μας, η ανοχή μας έχει τη δυνατότητα να ανοίγει ένα παράθυρο ή ένα κάδο σκουπιδιών πίσω στο μυαλό μας και να τα πετάει όλα μέσα χωρίς να τα χωρίζει σε κατηγορίες αναλόγως με την σοβαρότητα αντιμετώπισης που χρήζουν. Αυτός ο κάδος γεμίζει καθημερινά με νέα «σκουπίδια» και η ανοχή μας είναι υπεύθυνη, όχι τόσο για την περισυλλογή, αλλά για το άδειασμά του. Είναι ίσως για πολλούς ένα χρήσιμο εργαλείο στην κοινωνία που ζούμε, καθώς τα όποια προβλήματα μας φορτώνονται επιπλέον, έστω και ψυχολογικά, καταφέρνουμε με αυτό τον τρόπο να απαλλασσόμαστε από αυτά και να μη γίνονται βάρος σε μας. Και πράγματι αυτό δεν είναι κάτι κακό αναγκαία.

Αλλά εγώ πιστεύω ότι δεν είναι τα πράγματα τόσο απόλυτα. Νομίζω ότι η ανοχή, σε κάθε επίπεδο, είναι περισσότερο μια ανάγκη επιβίωσης του σύγχρονου ανθρώπου, χωρίς όμως να δίνουμε και συγχωροχάρτι σε όποιον έχει αναπτύξει καλύτερα το μηχανισμό αυτό στη συνείδησή του. Δεν αντιλέγω, προσφέρει πολλά, αλλά τα προσφέρει ατομικά. Είναι σαν να ανοίγουμε το παράθυρο και να πετάμε αυτά τα «σκουπίδια» που μαζέψαμε όλη μέρα ξανά στο δρόμο, χωρίς καθόλου να τα επεξεργαστούμε. Στο δρόμο που θα περάσουμε πάλι αύριο και μεθαύριο και θα δούμε τα σκουπίδια πάλι και θα αγανακτήσουμε, αλλά που στο τέλος της μέρας θα πετάξουμε και πάλι εκεί όπως όλοι. Αυτό είναι για μένα η ανοχή. Μια απλή, χωρίς κριτική επεξεργασία, μεθοδευμένη λειτουργία του μυαλού μας να απορρίπτει ό,τι βρίσκεται κάτω από μας και δε μας αγγίζει άμεσα ή δε θέλουμε να μας αγγίζει. Μια λειτουργία που άσχετα αν θα πατήσει απόβλητα ή ένα ξερό λουλούδι δε θα μπει στη διαδικασία καν να τα διαχωρίσει, αλλά θα συνεχίσει πατώντας όπου βρει.

Με λίγα λόγια, θέλω να πω ότι αν και είμαστε όλοι περισσότερο ξέγνοιαστοι χωρίς τα προβλήματα του κόσμου, θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να εξελίξουμε αυτό το μηχανισμό ακόμα περισσότερο, καθώς στην παρούσα φάση φτάνει ίσα ίσα να μαζεύει τα σκουπίδια της αυλής μας και να τα πετάει στο δρόμο. Αν όμως τώρα αυτά τα προβλήματα φτάνουν μέχρι την αυλή του σπιτιού μας χωρίς να μας λερώνουν, κάποια στιγμή στο μέλλον θα έρθει η στιγμή που όλα αυτά τα προβλήματα θα έρθουν να μας χτυπήσουν την πόρτα και θα μπουν στο σπίτι μας χωρίς να το καταλάβουμε. Είτε αυτό είναι φτώχια, είτε αρρώστιες, είτε καταπάτηση των δικαιωμάτων κάθε ανθρώπου, είτε οτιδήποτε μας αφήνει παντελώς αδιάφορους ή μας κάνει να αλλάζουμε κανάλι…

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2007

Κοσμοθεωρία

Θα αρχίσω με το θεμελιώδες ερώτημα, το ερώτημα στο οποίο αν γνωρίζαμε την απάντηση, η ζωή όπως τη βιώνουμε σήμερα δε θα υπήρχε: Είναι όλα μια ομίχλη που με άγνωστο τρόπο απλώς υπάρχει και είμαστε κομμάτι της ή είναι όλα μια απίστευτα πολύπλοκη κατάσταση η οποία όμως έχει ως προέλευση κάτι άλλο που δε θα μπορέσουμε να φτάσουμε ποτέ, όσο και να προσπαθήσουμε? Ξέρω, ήδη σας κούρασα. Αυτό που θέλω να πω με άλλα λόγια είναι: Βιώνουμε μια απίστευτα πολύπλοκη ζωή η οποία αν και τόσο πολύπλοκη και απρόβλεπτη θα μπορέσουμε κάποτε να κατανοήσουμε πλήρως βήμα βήμα, ή πάντα θα υπάρχει κάτι περαιτέρω να εξερευνήσουμε, να ανακαλύψουμε, να δοκιμάσουμε ως καινούργιο, να θεωρήσουμε εκ νέου ως ακατόρθωτο ή θεϊκό?

Υπάρχουν πολλές ιδέες και απόψεις για τόσο θεωρητικά και φιλοσοφικά ερωτήματα ύπαρξης, προέλευσης και προορισμού του Ανθρώπου. Μια σειρά νέων ερωτημάτων ανακύπτει πλέον αυτόματα για όλα όσα βρίσκονται μέσα σε αυτή την άγνοια στην οποία ανέκαθεν βρισκόμαστε, όσο και αν «προχωράμε».

Υπόκεινται όλα σε μια φυσική και προβλέψιμη ακολουθία, οπότε αυτά που θα κάνουμε είναι ήδη καταγεγραμμένα? Είναι όλα δλδ κομμάτι της μοίρας?

Δεν υπάρχει καμία προβλεπόμενη ακολουθία συμβάντων, δλδ ό,τι κάνει κάθε ένας από μας αφήνει μια πινελιά στο μέλλον ολόκληρου του κόσμου?

Είναι αυτός ο κόσμος αλήθεια εμείς μόνο ή υπάρχει και κάτι άλλο σαν εμάς που έχει ή δεν έχει τα ίδια ερωτήματα και σκέψεις?

Εν τέλει, υπάρχει ή όχι αυτή η ανώτερη δύναμη (πες το θεϊκό) που ευθύνεται για ό,τι δεν φτάνουμε να αγγίξουμε εμείς?

Αν και τα ερωτήματα και οι απορίες δε σταματούν εδώ, σίγουρα πάντως δεν είναι όλα αυτά ερωτήματα που εγώ ή ο καθένας μας θα μπορούσε να απαντήσει με απόλυτη βεβαιότητα ούτε τώρα, ούτε σε οποιονδήποτε χρόνο στο μέλλον από τώρα. Έτσι θα αρκεστώ ίσως μόνο στο να αναφέρω όσο πιο αποκρυσταλλωμένα μπορώ τις απόψεις μου για τα ύψιστα αυτά θεωρητικά ερωτήματα.

Και θα αρχίσω πράγματι ξεκάθαρα λέγοντας πως πιστεύω στο κάτι ανώτερο από μας (πες το Θεό, Αλλάχ ή Βούδα), στο ότι πιθανώς να υπάρχει και άλλη μορφή ζωής παρόμοια ή εντελώς διαφορετική από εμάς, στο ότι όλα όσα ζούμε αφήνουν το στίγμα μας στον υπόλοιπο κόσμο και πως όλα είναι στη δικιά μας αρμοδιότητα και όχι στο πεπρωμένο.

Υπάρχει λοιπόν κατ’ εμέ αυτό που όλοι αποκαλούν Θεός ή ως το υπέρτατο Καλό. Υπάρχει με ένα ρόλο όχι τόσο παρεμβατικό, αλλά με τρόπο περισσότερο υποβοηθητικό, και ως η Αρχή των πάντων όσων ζούμε. Είναι αυτό που δημιούργησε το παιχνίδι, αλλά όχι και παίκτης ή διαχειριστής του τρόπου που θα παιχτεί αυτό το παιχνίδι. Όλα αυτά είναι στο χέρι του ανθρώπου: να σχεδιαστούν οι κανόνες, να εξελιχθεί το παιχνίδι, να βελτιωθούν ή να χειροτερέψουν οι συνθήκες του παιχνιδιού, ακόμα και το να τελειώσει κάποια στιγμή. Προς σε αυτή την κατεύθυνση λειτουργούν ηθελημένα και ασυναίσθητα πολλές φορές οι άνθρωποι σε σειρά εκατομμυρίων ετών, ενώ όσοι δεν θέλουν ή δεν μπορούν να παίξουν σε αυτό το παιχνίδι βγαίνουν από αυτό εξαιτίας αυτών που θέλουν να το συνεχίσουν. Σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται όλες σχεδόν οι γνώσεις του ανθρώπου, ενός ανθρώπου που προσπαθεί να συνεχίσει το παιχνίδι όσο περισσότερο μπορεί και με περισσότερα εφόδια για να μην τον βγάλουν οι άλλοι από αυτό. Και πράγματι, ο άνθρωπος έχει αποκτήσει γνώσεις πέρα από κάθε φαντασία και συνεχίζει να εκπλήσσει (όχι απαραίτητα ευχάριστα πάντα) με τη διεύρυνση του επιστητού του και της κοσμοθεωρίας. Και εδώ είναι το άλλο σκέλος, που ρωτά αν αυτή η διεύρυνση θα είναι αέναη ή θα σταματήσει κάποτε (όποτε) έχοντας βρει το αποτέλεσμα που επιζητά. Αν θα φτάσουμε δλδ κάποτε να πούμε πως αυτή η ομίχλη στην οποία ζούσαμε οφείλεται σε αυτό και σε εκείνο και αυτά είναι όλα. Εγώ αντιθέτως πιστεύω πως δε θα φτάσουμε ποτέ στο τέρμα, όχι γιατί θα βγούμε μόνοι μας από το παιχνίδι, αλλά ακόμα κι αν το παιχνίδι συνεχιζόταν επ’ άπειρον, πάλι αυτό θα ήταν μια οφθαλμαπάτη. Γιατί κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει τέρμα ή ανταμοιβή για όποιον φτάσει εκεί. Υπάρχει μόνο μια συνεχής διαδικασία εμπλουτισμού του παιχνιδιού με νέα δεδομένα, δεδομένα που υπάρχουν ήδη μέσα στο παιχνίδι και που εμείς δεν μπορούσαμε απλά να δούμε ή να κατανοήσουμε. Ίσως μέρος αυτού του εμπλουτισμού να είναι και η εύρεση στο μακρινό μέλλον άλλων όντων «εξωγήινων», την ύπαρξη των οποίων δεν αποκλείω.

Προσπάθησα να δώσω όσο καλύτερα μπορώ νόημα και ευκολία κατανόησης αυτών που λέω, παρομοιάζοντας την πραγματικότητα που ζούμε με ένα παιχνίδι που έχει ως δημιουργό κάποιο Καλό και που είναι κατά τ’ άλλα ανεξάρτητο στην ουσία του από αυτό το Καλό, με παίχτες σε αυτό την ανθρωπότητα που καταφέρνει να επιζεί και απλώς για μένα να το συνεχίζει. Αυτό δε σημαίνει πως η ζωή μας είναι ένα τίποτα που δεν έχει νόημα, γιατί σε αυτό το παιχνίδι περιλαμβάνονται στιγμές και εκλάμψεις παρουσίας αυτού του Καλού, οι οποίες μας κάνουν και μας παροτρύνουν να συνεχίσουμε να παίζουμε όχι απλά για να το κάνουμε, αλλά επειδή μας αρέσει. Εδώ είναι που έγκειται και η ουσία της άποψής μου, στο ότι δηλαδή το Καλό, ακόμα κι αν έβαλε λίγο το χέρι του στο παιχνίδι μας, το έκανε για να συνειδητοποιήσουμε πως αυτό το παιχνίδι δεν είναι ένα κυνήγι με ανταμοιβή το θησαυρό στο τέρμα, αλλά ένα παιχνίδι που από μόνο του είναι ανταμοιβή σε αυτούς που παίζουν και μοιράζει κάθε στιγμή το θησαυρό, αρκεί να το δούμε. Ανταμοιβή που έρχεται σε όποιον καταλαβαίνει ότι αυτή η ευκαιρία συμμετοχής στο παιχνίδι είναι το ταξίδι και όχι ο προορισμός. Και που στο τέλος, όταν χαλάσουμε εμείς οι ίδιοι τη δυνατότητα στους απογόνους μας να συμμετάσχουν σε αυτό το ωραίο παιχνίδι, θα χωριστούμε σε αυτούς που εκτίμησαν το ταξίδι αυτό καθεαυτό και όχι το τέλος του σε ένα προορισμό που ποτέ δε φτάσαμε.

Γιατί λοιπόν αποτελώ μέρος του παιχνιδιού αυτού? Εγώ προσωπικά, για να μπορέσω κάποια στιγμή που θα είναι σειρά μου να παίξω, να κάνω επιλογή στο τι πραγματικά θέλω μέσα σε αυτό το παιχνίδι: μεγάλη ζαριά προς το τέρμα ή ό,τι φέρει καλοδεχούμενο? Ελπίζω να πω το δεύτερο…